- Μακάριος Γ’
- (Μιχαήλ Μούσκος, Παναγιά Κύπρου 1913 – Λευκωσία 1977). Αρχιεπίσκοπος Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου (1950-77) και πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας (1959-77). Σπούδασε θεολογία στα Πανεπιστήμια Αθηνών και Βοστόνης και νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 1926 εισήχθη ως δόκιμος στη μονή Κύκκου. Διάκονος το 1938, χειροτονήθηκε το 1948 πρεσβύτερος και έγινε αρχιμανδρίτης. Τον ίδιο χρόνο εξελέγη μητροπολίτης Κιτίου και ανέλαβε την προεδρία του γραφείου της Εθναρχίας, θέση από την οποία πρωτοστάτησε στην κίνηση για την απελευθέρωση της Κύπρου και την ένωσή της με την Ελλάδα. Ίδρυσε το θεωρητικό όργανο της Εθναρχίας, Ελληνική Κύπρος. Εισηγήθηκε και οργάνωσε το δημοψήφισμα της 15ης Ιανουαρίου 1950 (96% του ελληνικού πληθυσμού ψήφισε υπέρ της ένωσης). Τον Οκτώβριο του 1950 εξελέγη, με λαϊκή ψήφο, αρχιεπίσκοπος και εθνάρχης Κύπρου, δηλαδή θρησκευτικός και πολιτικός ηγέτης της ελληνικής κοινότητας του νησιού. Ίδρυσε την εθνική οργάνωση της νεολαίας ΠΕΟΝ.
Από το 1951 ανέλαβε έντονη διαφωτιστική εκστρατεία για το Κυπριακό ζήτημα στις χώρες της Μέσης Ανατολής και στις ΗΠΑ, όπου ίδρυσε μάλιστα και την οργάνωση Justice for Cyprus (= Δικαιοσύνη για την Κύπρο). Σε αλλεπάλληλες επισκέψεις του στην Αθήνα προσπάθησε να πείσει την ελληνική κυβέρνηση να τεθεί το Κυπριακό ενώπιον του OHE. Το 1954 έθεσε ο ίδιος το θέμα της αυτοδιάθεσης της Κύπρου στα Ηνωμένα Έθνη. Ακολούθησε η επί στρατιωτικής βάσης οργάνωση της εθνικής κυπριακής αντίστασης: έτσι ιδρύθηκε η EOKA, την αρχηγία της οποίας ανέλαβε ο στρατηγός Γεώργιος Γρίβας. Το 1955 ο Μ. πήρε μέρος στο Α’ Αφικανοασιατικό Συνέδριο του Μπαντούνγκ και αναγνωρίστηκε από την EOKA ως πολιτικός ηγέτης του κυπριακού λαού. Μετά την αποτυχία των συνομιλιών του με τον Βρετανό κυβερνήτη του νησιού στρατάρχη Χάρντιγκ και τον υπουργό Αποικιών της Αγγλίας, εξορίστηκε στις Σεϋχέλλες (9 Μαρτίου 1956 – 28 Μαρτίου 1957), αλλά αφέθηκε ελεύΘερος τον επόμενο χρόνο με τον όρο να μην επιστρέψει στην Κύπρο. 0 Μ. ταξίδεψε τότε στην Αθήνα και από εκεί, το Σεπτέμβριο του 1957, πήγε στη Νέα Υόρκη όπου συζητήθηκε το Κυπριακό στη γενική συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών. Τον Ιούνιο του 1958 μετέβη στο Κάιρο για συνομιλίες με τον πρόεδρο Νάσερ και τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου ταξίδεψε και πάλι στη Νέα Υόρκη για να υποστηρίξει την κυπριακή υπόθεση στη γενική συνέλευση του OHE. Τον Φεβρουάριο του 1959 προσκλήθηκε στο Λονδίνο όπου πήρε μέρος στη διάσκεψη που έγινε στο Λάνκαστερ Χάουζ, μετά το τέλος της οποίας η Κύπρος ανακηρύχθηκε ανεξάρτητη δημοκρατία. Επέστρεψε στην Κύπρο την 1η Μαρτίου 1959 και εξελέγη πρώτος πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας στις 13 Δεκεμβρίου. Μετά την τουρκική ανταρσία του 1963 οργάνωσε την άμυνα του νησιού απέναντι στην τουρκική επιβουλή. Επανεξελέγη πρόεδρος της δημοκρατίας το 1968.
Μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, το καθεστώς των Αθηνών στράφηκε και εναντίον του Μ. Τον Νοέμβριο του 1967 αποσύρθηκαν οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις από την Κύπρο. Τον Μάρτιο του 1970 και τον Οκτώβριο του 1973 οργανώθηκαν απόπειρες δολοφονίας εναντίον του. Στις 15 Ιουλίου 1974 έγινε το στρατιωτικό πραξικόπημα στην Κύπρο, κατά το οποίο ο Μ. διέφυγε τον θάνατο, κατέφυγε στην Πάφο και από εκεί στο εξωτερικό. Επέστρεψε στη Λευκωσία τον Δεκέμβριο και τέθηκε πάλι επικεφαλής του αγώνα για την αποκατάσταση της ενότητας του νησιού, το οποίο κατά 40% είχε καταληφθεί από τους Τούρκους εισβολείς. Πέθανε στις 3 Αυγούστου 1977, από καρδιακή προσβολή, χωρίς στο μεταξύ να έχει διευθετηθεί το κυπριακό πρόβλημα. Μεταξύ άλλων τιμητικών διακρίσεων, ο Μ. ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτορας της θεολογίας του πανεπιστημίου της Βοστόνης, επίτιμος διδάκτορας της θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και της Παντείου Σχολής Αθηνών, επίτιμος διδάκτορας της νομικής του πανεπιστημίου Κεράλα των Ινδιών και επίτιμος διδάκτορας της νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου και πρώτος πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Μακάριος ο Γ’.
Dictionary of Greek. 2013.